χαβιαροχανίτης

χαβιαροχανίτης
ο, Ν
σαράφης, αργυ
ραμοιβός πολύ συμφεροντολόγος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < Χαβιαρόχανο, τοπωνύμιο στην Κωνσταντινούπολη, + κατάλ. -ίτης*].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • χαβιαροχανίτης — ο αυτός που αγαπάει πάρα πολύ το χρήμα …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”